«Είναι αλήθεια. Είναι αλήθεια. Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια Ευρώπης» . Αυτό ακριβώς είπε στην περιγραφή του ο Κώστας Βερνίκος μετά την λήξη του τελικού του EURO 2004 καθώς πέρασαν 18 χρόνια από την ημέρα που ένα ολόκληρο έθνος βγήκε στους δρόμους για να πανηγυρίσει την μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού αθλητισμού. Όπως είπε και τότε ο δικός μας Γιώργος Χελάκης «το πειρατικό στο Ντα Λουζ στην πρωτεύουσα της Ελλάδας στην Λισσαβόνα. Αφήστε μας εκεί. Αφήστε μας στους ουρανούς της Λισσαβόνας. Εμείς είμαστε οι πραγματικοί αετοί του Ντα Λουζ». Πέρασαν επίσης 18 χρόνια από τότε που η Ελλάδα στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης επικρατώντας της οικοδέσποινας Πορτογαλίας με 1-0 μέσα στο «Ντα Λουζ» κόντρα σε ολόκληρα τα προγνωστικά. Μια επιτυχία που δεν έχει προηγούμενο και όμοια της δύσκολο να ξανασυμβεί. Ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα και μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου για να μην πούμε και αθλητισμού.
Mια εθνική ομάδα που μέχρι τότε μετείχε σε όλες και όλες δυο μεγάλες διοργανώσεις, αυτές του EURO 1980 και του Μουντιάλ 1994 με απολογισμό ένα γκολ και μια ισοπαλία. Πηγαίνοντας σε αυτό το EURO παιζόταν 500 προς ένα για να το κατακτήσει. Και όμως τα 23 παιδιά , οι 23 ήρωες του Ότο Ρεχάγκελ κόντρα σε όλους και σε όλα παιχνίδι με παιχνίδι ένιωθαν να συνειδητοποιούν ότι μπορούν να κάνουν το αδιανόητο, το ανήκουστο.
Ποιος θα περίμενε ότι στο εναρκτήριο παιχνίδι του τουρνουά ότι θα κέρδιζε την διοργανώτρια Πορτογαλία με 2-1 μέσα στο «Ντραγκάο» πετυχαίνοντας την πρώτη νίκη σε τελικά μεγάλης διοργάνωσης. Ακολούθησε η χρυσή ισοπαλία με τους Ισπανούς με 1-1 και η ήττα από τους αδιάφορους Ρώσσους με 2-1 τους έστελνε στα προημιτελικά. Εκεί όπου την περίμενε η πρωταθλήτρια Ευρώπης και σούπερ φαβορί για την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού, Γαλλία. Ούτε αυτό την πτόησε την Ελλάδα και με γκολ του Χαριστέα στο 65′ έστειλε στα ημιτελικά το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα κάνοντας μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου μέχρι την επόμενη.
Στα ημιτελικά αντιμετωπίζει την Τσεχία με την εθνική μας να αντέχει και να πηγαίνει το ματς στην παράταση. Εκεί όπου ήταν καλύτερη και στην τελευταία φάση του πρώτου ημιχρόνου της παράτασης ο Τσιάρτας εκτελεί το κόρνερ και ο Δέλλας που πετάγεται στο πρώτο δοκάρι με κεφαλιά νίκησε στον αέρα τον Κόλερ και τον Τσεχ ταυτόχρονα και με το ασημένιο γκολ-το τελευταίο στην ιστορία του θεσμού- έστειλε την «γαλανόλευκη» στον τελικό.
Και φτάσαμε στην βραδιά της 4ης Ιουλίου 2004. Μια ημερομηνία που μια ολόκληρη χώρα περίμενε πως και πως τον μεγάλο τελικό στο «Ντα Λουζ» με τους διοργανωτές Πορτογάλους να θέλουν να πάρουν το τρόπαιο παίρνοντας το αίμα τους πίσω από τον χαμένο αγώνα στην πρεμιέρα και την εθνική μας να φτάσει στο Έβερεστ του Ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Με 20.000 Έλληνες στις εξέδρες του γηπέδου της Μπενφίκα να φωνάζουν συνθήματα όπως και το γνωστό «Σήκωσε το» ώστε να βοηθήσουν τους διεθνείς μας να φτάσουν στην κατάκτηση του τροπαίου.
Ο τελικός αρχίζει και το πρώτο ημίχρονο είναι μέτριο ποιοτικά με τους Πορτογάλους να απειλούν με δυο σουτ ένα του Μιγκέλ που έδιωξε ο Νικοπολίδης και ένα του Μανίς που πέρασε μόλις άουτ. Όμως την μεγάλη ευκαιρία την είχε η εθνική μας στο 16′ μετά από ωραίο συνδυασμό παικτών ο Χαριστέας τσίμπησε την μπάλα και ο Ρικάρντο πρόλαβε και έδιωξε. Στο δεύτερο ημίχρονο οι δυο ομάδες μπήκαν δυνατά και ώσπου φτάσαμε στο 57ο λεπτό. Το λεπτό που θα μείνει χαραγμένο για πάντα στην μνήμη εκατομμύρια Ελλήνων. Το λεπτό που μας έστειλε στους 7 ουρανούς. Στο μοναδικό κόρνερ που κέρδισε η Ελλάδα στον τελικό όλοι μας οι μνήμες μας πήγαν στο γκολ του Δέλλα στον ημιτελικό με την Τσεχία όπου και τότε από την ίδια θέση σκόραρε με κεφαλιά έπειτα από εκτέλεση κόρνερ του Τσιάρτα.
Αυτή την φορά ήταν ο Άγγελος Μπασινάς που εκτέλεσε το κόρνερ και ο συνονόματος του Χαριστέας με κεφαλιά προλαβαίνει Ρικάρντο και Πορτογάλους αμυντικούς και με κεφαλιά κάνει το 1-0 για την Ελλάδα. Ναι, δεν ήταν όνειρο, ήταν αλήθεια. Η εθνική μας ήταν μπροστά στο σκορ επί των διοργανωτών και η ιστορία πήγε να επαναληφθεί όπως και στην πρεμιέρα. Ένα αγγελικό γκολ βγαλμένο από δυο αγγέλους του ελληνικού ποδοσφαίρου. Περιττό φυσικά να πούμε ότι τόσο στις εξέδρες του «Ντα Λουζ» όσο και όλοι οι 11.000.000 Έλληνες που παρακολουθούσαν το παιχνίδι επικράτησε πραγματικό πανδαιμόνιο.
Τα λεπτά περνούσαν , οι Πορτογάλοι έχαναν την μια φάση μετά την άλλη με αποκορύφωμα εκείνη του Ρονάλντο στο 76′ που μόνος απέναντι από τον Νικοπολίδη σούταρε άουτ, ενώ στο 90′ ο Φίγκο έχασε ακόμη μια μεγάλη ευκαιρία όταν από το ύψος του πέναλτι σούταρε με την μπάλα να φεύγει εκατοστά άουτ από το δεξί δοκάρι του Έλληνα τερματοφύλακα. Τα πέντε λεπτά των καθυστερήσεων δεν στάθηκαν αρκετά και με το που ο Μάρκους Μέρκ σφύριξε την λήξη επικράτησαν σκηνές αλλοφροσύνης. Τόσο οι Έλληνες φίλαθλοι όσο και οι Έλληνες διεθνείς ξέσπασαν σε πανηγυρισμούς και κλάματα μην μπορώντας να πιστέψουν αυτό το μοναδικό, μυθικό, επικό, εξωφρενικό, ανήκουστο (χρησιμοποιείστε όποιον άλλον επιθετικό προσδιορισμό θέλετε) κατόρθωμα να στεφθούν πρωταθλητές Ευρώπης και μάλιστα κόντρα στην οικοδέσποινα Πορτογαλία νικώντας την δυο φορές μια στο εναρκτήριο παιχνίδι της διοργάνωσης και μια στον τελικό.
Κλάματα υπήρξαν και από τους Πορτογάλους με χαρακτηριστική φιγούρα τον μόλις 19 ετών τότε Κριστιάνο Ρονάλντο. Και έφτασε η ώρα της απονομής με τον Εουσέμπιο να παραδίνει συγκινημένος το τρόπαιο στον Θοδωρή Ζαγοράκη και αυτός να το σηκώνει στον ουρανό της Λισσαβόνας με τους Ελληνες να παραληρούν. Εκείνη την στιγμή όλοι οι Έλληνες που βρέθηκαν σε Λίσσαβώνα αλλά και στην χώρα μας είχαν βγει στους δρόμους με άτομα κάθε λογής ηλικίας να γίνονται ένα και να πανηγυρίζουν αυτήν την μοναδική επιτυχία. με το επίκεντρο των πανηγυρισμών να είναι πιο άλλο, η Ομόνοια.
Μια επιτυχία που όλοι μας περιμέναμε το ελληνικό ποδόσφαιρο να κάνει βήματα προόδου αλλά δυστυχώς πάει από το κακό στο χειρότερο και κάνει βήματα προς τα πίσω. Κάθε πέρυσι και καλύτερα ένα πράγμα.
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Πορτογαλία (Λουίς Φελίπε Σκολάρι): Ρικάρντο, Αντράντε, Κοστίνια (60’ Ρούι Κόστα), Φίγκο, Παουλέτα (74’ Νούνο Γκόμες), Μιγκέλ (43’ Φερέιρα), Νούνο Βαλέντε, Καρβάλιο, Ρονάλντο, Μανίς, Ντέκο.
Ελλάδα (Ότο Ρεχάγκελ): Νικοπολίδης, Σεϊταρίδης, Δέλλας, Μπασινάς, Ζαγοράκης, Γιαννακόπουλος (76’ Βενετίδης), Χαριστέας, Φύσσας, Βρύζας (81’ Παπαδόπουλος), Καψής, Κατσουράνης.