Σαν σήμερα πριν 29 χρόνια ο Φούνες άφησε την τελευταία του πνοή στα χέρια του Ντιέγκο Μαραντόνα.
Πάνε 29 χρόνια από την τελευταία του πνοή. Στις 11/01/1992 ο Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες «έφυγε» με τον τρόπο που του άξιζε, στην αγκαλιά του Θεού! Ας το πάρουμε όμως από την αρχή…
Το 1988 ο Γιώργος Κοσκωτάς, τότε πρόεδρος του Ολυμπιακού, παρέθεσε στη Ρίβερ Πλέιτ μια εξαιρετικά δελεαστική πρόταση για τον Φούνες, την οποία φυσικά δεν θα μπορούσε να αρνηθεί. Έτσι ο Αργεντινός ταξίδεψε μέχρι την Ελλάδα και αποτέλεσε μαζί με τον Λάγιος Ντέταρι ένα από τα καλύτερα δίδυμα των ελληνικών γηπέδων.
Στις 24 Ιανουαρίου του 1998 ο Φουένες πανηγύρισε για πρώτη φορά γκολ με την ερυθρόλευκη φανέλα και το 2-1 σε αγώνα με την ΑΕΛ στο ΟΑΚΑ (2-2 τελικό). Το ταξίδι του στον Πειραιά τελείωσε στις 5 Φεβρουαρίου του 1989 και το ματς Ολυμπιακός – ΟΦΗ (2-0).
Επόμενος σταθμός της καριέρας του ήταν η γαλλική Νανσί. Εκεί έπειτα από μια σειρά ιατρικών εξετάσεων αποκαλύφθηκε το σοβαρό πρόβλημα που είχε στην καρδιά του και απειλούσε τη ζωή του. Έτσι ο «βούβαλος» πήρε τη δύσκολη απόφαση να κρεμάσει τα παπούτσια του το 1990 μια για πάντα.
Δύο χρόνια αργότερα η μοιραία μέρα ήρθε. Στις 11 Ιανουαρίου 1992 και σε ηλικία μόλις 29 χρονών η καρδιά του δεν άντεξε άλλο. Ο Φουένες άφησε την τελευταία του πνοή στην αγκαλιά του Μαραντόνα, του Θεού. «Ήταν τρομερό θέαμα να βλέπεις αυτόν τον αγαθό γίγαντα καθηλωμένο στο κρεβάτι του πόνου. Του είπα: ηρέμησε Χουάν. Και πέθανε. Έτσι απλά. Στα χέρια μου», ανέφερε ο ίδιος.
Ο Ντιέγκο Μαραντόνα αφιέρωσε μάλιστα σε εκείνον ένα κομμάτι από το βιβλίο του «Εγώ ο Ντιέγκο»:
«Αργότερα, τον Απρίλη του 1992, συνέβη το χειρότερο: ήταν το παιχνίδι προς τιμήν του Φούνες. Του Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες, ενός εξαιρετικού ποδοσφαιριστή, σε μια στιγμή που έδινε αγώνα επιβίωσης.
Σήμερα μπορώ να προσθέσω τον «Μπούφαλο» στη λίστα των καλύτερων μου φίλων. Των πιο καρδιακών… Και δεν πάει πολύς καιρός από τότε που μιλήσαμε και νιώσαμε κοντά, πραγματικά και αληθινά κοντά. Στα τελευταία δεκαπέντε λεπτά της ζωής του. Είχε εισαχθεί εδώ και καιρό στο νοσοκομείο Γουέμες, με την καρδιά του κατεστραμμένη ο ταλαίπωρος. Ήταν τρομερό θέαμα και πολύ επώδυνο να βλέπεις αυτόν τον άντρακλα, αυτός τον αγαθό γίγαντα καθηλωμένο στο κρεβάτι του πόνου. Ήμασταν κοντά του συνεχώς, και εγώ και η Κλαούντια, και ρωτάγαμε, την Ιβάνα, τη γυναίκα του, αν χρειαζόταν τίποτα, λέγοντάς της πως μπορούσε να βασιστεί επάνω μας. Την τελευταία μέρα, στις 11 Ιανουαρίου του 1992, -έτσι το θέλησαν για μένα η μοίρα και οι βουλές του γενειοφόρου (του Θεού)- εγώ βρισκόμουν εκεί. Εκεί δίπλα στο κρεβάτι του. Με είχε φωνάξει ο Χουάν, ήθελε να με δει. Ονειρευόταν μια κόκκινη μερσέντες και σκόπευε να την αγοράσει.
Θυμάμαι πως του είπα: Ηρέμησε Χουάν, μίλησα με κάτι φιλαράκια στην αντιπροσωπεία και θα σου την παραγγείλουν. Ησύχασε ο Χουάν. Και πέθανε. Έτσι απλά. Στα χέρια μου έτσι απλά. Γι’ αυτό λέω πως είναι φίλος. Γιατί στις τελευταίες του στιγμές τον ένιωσα κοντά μου. Πολύ κοντά. Πιο κοντά παρά ποτέ. Συνοδεύσαμε την Ιβάνα σε όλες τις φοβερές γραφειοκρατικές διαδικασίες που πρέπει να κάνει κανείς αν πεθάνει κάποιο κοντινό του άτομο. Και μετά πήγαμε στο Σαν Λουίς όπου τον έθαψαν. Από τη στιγμή εκείνη άρχισα να σκέφτομαι πως έπρεπε να δοθεί ένας αγώνας εις μνήμη του. Να κάνουμε κάτι για να τιμήσουμε τον Χουάν και να βοηθήσουμε την οικογένειά του, την Ιβάνα, τον Χουάμπι (Χουάν Πάμπλο), το γιο του, που είχε τα πιο θλιμμένα μάτια που έχω δει ποτέ μου».
Παράλληλα το στάδιο της γενέτειράς του, Σαν Λουίς, μετονομάστηκε σε «Στάδιο Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες», ενώ το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης αποφάσισε να δώσει το όνομά του Αργεντινού σε μία από τις λεωφόρους της.