Είναι η μέρα που διαβάζεις, παντού, για τη «βασίλισσα». Ναι, τη Ρεάλ που εδώ και μια δεκαετία διαβάζεις, συχνά από τους ίδιους, για την ομάδα του Φράνκο, για την ομάδα που σπρώχνεται, για την κwλοφαρδία της, για, για, για.
Πιστέψτε με, οι Μαδριλένοι όταν βλέπουν τέτοια σχόλια, πιάνουν τα αχαμνά τους και γελούν.
Δεν έχει αν αποδείξει κάτι η Ρεάλ: απλά σε προσκαλεί στην τροπαιοθήκη της. 14 τρόπαια, έπεται (στη λίστα) η Μίλαν με επακριβώς τα μισά! Ποια, η Μίλαν, η πιο βαριά φανέλα στην Ευρώπη – και προς επίρρωση τούτου, σας το γράφει ένας οπαδός (και) της Ίντερ.
Η Ρεάλ Μαδρίτης, όχι φέτος, αλλά εδώ και χρόνια δεν μπαίνει στο ζύγι. To über alles το έχει ως μότο η Μπάγερν αλλά αφορά στη Ρεάλ: υπεράνω όλων. Και όχι, ακόμη και ως φανατικός ΡΕΑΛιστής δεν το περίμενα, δεν ανέμενα τέτοια κατάληξη. Όχι επειδή έπαιζε με την (άλλη λατρεία μου) τη Λίβερπουλ. Διότι δεν ήταν η Ρεάλ του Ρονάλντο και του Ράμος, ήταν μια ομάδα που στηριζόταν στην τρομερή αποτελεσματικότητα του Μπενζεμά (ειρήσθω εν παρόδω με το επόμενο γκολ του ο Γάλλος ξεπερνά κοτζάμ Ραούλ στην ιστορία των «μερένχες»!).
Μια αποτελεσματικότητα που έχει να κάνει με τη χημεία του Καρίμ με τους ακραίους. Και όχι, εκεί δεν ήταν ούτε ο Αζάρ ούτε ο Μπέιλ ούτε άλλος, top class. Ήταν ο Φέντε Βαλβέρδε, ήταν ο Βινίσιους Ζούνιορ. Δύο παιδαρέλια που ήδη οργιάζουν στο γήπεδο. Και δεν το έκανε για πρώτη φορά η Ρεάλ: ρωτήστε τον Μαουρίσιο Ποκετίνο τι εφιάλτες έχει μετά τη Μαδρίτη, ρωτήστε τον Τόμας Τούχελ, ρωτήστε τον Πεπ Γκουαρδιόλα.
Ίσως, εντέλει, έπρεπε να φύγει ο Κριστιάνο Ρονάλντο για να λάμψει περισσότερο ο Καρίμ.
Η φετινή Ρεάλ είναι case study και ο μόνος που μπορεί να απαντήσει στις απορίες των θεωρητικών του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου είναι ο μέγας μάγιστρος αυτού, Κάρλο Αντσελότι. Θυμίζω, έκανε τέσσερις ήττες ως και το τρόπαιο: Σέριφ (!), Παρί, Τσέλσι, Σίτι. Ε, και; Ως έλεγε και ο Ζοσέ Μουρίνιο, οι τελικοί είναι για να τους νικάς όχι για να τους παίζεις. Βασικά, ψέλλισε κάτι ο Καρλέτο χθες, μετά την απονομή: «Η Ρεάλ είναι ακριβώς αυτό». End of discussion.
Μια ομάδα που έχει να χάσει διεθνή τελικό από το 2000 και την Μπόκα, στο Διηπειρωτικό. Μια ομάδα που δεν την έριξε ούτε το μέτριο ξεκίνημα, ούτε η 4άρα από την Μπαρτσελόνα. Τίποτε.
Απέναντι υπήρχε η Λίβερπουλ και ο Γιούργκεν Κλοπ, που έπαιξε τάβλι φέτος. Ο Ντίας δεν βγήκε, περισσότερο κούρασε στον τελικό παρά προσέφερε (θυμίζει Νεϊμάρ – κι αυτό δεν είναι καλό). Ο Μανέ ήταν ωσεί παρόντας πλην δοκαριού, ο Τιάγκο έσκασε ανάμεσα σε Κρόος και Μόντριτς, ο Σαλάχ ήταν ατυχοάστοχος και ο Κλοπ, έχω την αίσθηση, άργησε πολύ να κάνει αλλαγές, ακόμη και μετά το γκολ. Ωστόσο η Λίβερπουλ δεν έχασε: η Ρεάλ νίκησε, μη το ξεχνάμε. Διότι στο τέλος, όταν κάνεις ταμείο, μετρά μόνο η νίκη – τίποτε άλλο.
Η Λίβερπουλ πήρε φέτος το Λιγκ Καπ, πήρε το Κύπελλο, έχασε στον πόντο το πρωτάθλημα και ηττήθηκε στον τελικό του Champions League. Αν δεις το ποτήρι μισογεμάτο, λες ότι έκανε επιτυχημένη χρονιά. Αν το δεις μισοάδειο, τα δύο τρόπαια τα πήρε στα πέναλτι με την Τσέλσι μετά από δύο 120λεπτα με 0-0 και δεν σκόραρε ούτε ενάντια στη Ρεάλ. Ήτοι, 330 (και κάτι) λεπτά χωρίς γκολ σε τελικούς. Κάτι δεν δούλεψε σωστά, καλέ μου Γιούργκεν.
ΥΓ. Αλισον, Φαμπίνιο, Φιρμίνο, Μιλιτάο, Κασεμίρο, Βινίσιους, Ροδρίγο ήταν χθες στο γήπεδο και παράλληλα στελεχώνουν τη «σελεσάο». Το Κατάρ πλησιάζει. Έρχεται. Και υπάρχει γκραν φαβορί…
Αν είσαι socialιστής, τα λέμε κι από Facebook, Twitter & Instagram