RADIO

live radio icon

ΤΩΡΑ:  

overfm.gr | ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ | Η βασανισμένη ψυχή ενός αθώου… ένοχου

Το ποδόσφαιρο μπορεί να σε κάνει Θεό, μπορεί όμως να σε κάνει και καταραμένο, όπως δείχνει η τραγική ιστορία του Μοασίρ Μπαρμπόσα Νασιμέντο. Γράφει η Αντιγόνη Ζαβιτσάνου.

«Σε περίπτωση ανθρωποκτονίας η μεγαλύτερη ποινή που προβλέπει ο νόμος στη Βραζιλία είναι τα 30 χρόνια. Εγώ πληρώνω εδώ και πενήντα χρόνια για ένα έγκλημα που δεν διέπραξα», είπε ο τερματοφύλακας Μοασίρ Μπαρμπόσα για το ματς με την Ουρουγουάη στον τελικό γύρο για το Μουντιάλ του 1950. Μπορεί ένας άνθρωπος να τιμωρηθεί μια ολόκληρη ζωή για μια λάθος εκτίμηση σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα; Μπορεί. Αν πρόκειται για έναν τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου και για μια χώρα όπως η Βραζιλία, όπου το τρίπτυχο «Ποδόσφαιρο-Σάμπα-Θρησκεία» αποτελεί τρόπο ζωής. Ο Μπαρμπόσα ήταν ένας τερματοφύλακας-εγγύηση για τους συμπαίκτες του. Αγωνιζόμενος από το 1945 στην Βάσκο, κατέκτησε έξι πρωταθλήματα Βραζιλίας και δεκάδες άλλα τρόπαια και διακρίσεις. Όμως όλα του τα επιτεύγματα ξεχάστηκαν μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα.

Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950 συμμετείχαν μόλις 13 εθνικές ομάδες, ελέω του Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό δεν εμπόδισε το θέαμα, τις εκπλήξεις και την ιστορία που γεννήθηκε με πρωταγωνιστή τον Μπαρμπόσα. Η «Σελεσάο» ήταν το μεγάλο φαβορί για να κατακτήσει το τρόπαιο μιας και φιλοξενούσε τη διοργάνωση και είχε απέναντι της, την Ουρουγουάη. Κανείς όμως δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να χάσει αυτόν τον τίτλο. Οι Ουρουγουανοί νίκησαν με 2-1 και στέφθηκαν Παγκόσμιοι πρωταθλητές βυθίζοντας στο πένθος τους Βραζιλιάνους, οι οποίοι έμειναν να το θυμούνται για πάντα ως το περιβόητο «Μαρακανάζο».

 16 Ιουλίου 1950 - Όταν σίγησε το

«Τη στιγμή που κατάλαβα ότι η μπάλα βρισκόταν στην εστία, μία παγερή αίσθηση παρέλυσε όλο το κορμί μου. Ήταν εκείνα τα δευτερόλεπτα που ένιωσα μία απερίγραπτα τρομακτική αίσθηση πως 200.000 ζευγάρια μάτια στο γήπεδο είχαν στραφεί σε μένα και με ήθελαν νεκρό», ήταν τα λόγια με τα οποία είχε περιγράψει το πώς ένιωσε εκείνη τη στιγμή, όταν η μπάλα κατέληξε για δεύτερη φορά στα δίχτυα του.

Καρδιακές προσβολές και αυτοκτονίες

Πολλοί φίλαθλοι πήδηξαν από τις κερκίδες του πανύψηλου σταδίου και αυτοκτόνησαν, υπό το ψυχολογικό βάρος. Άλλοι υπέστησαν καρδιακή προσβολή μέσα στο γήπεδο. Οι γιατροί του γηπέδου προσέφεραν πρώτες βοήθειες σε 169 άτομα για υστερία και άλλα προβλήματα. Έξι διακομίστηκαν στο νοσοκομείο, σοβαρά άρρωστοι. Τελικά, τα επιβεβαιωμένα θύματα του τέρματος που σημείωσε ο Γκίγια ανέρχονταν σε τουλάχιστον 90. Ήταν μια κοινωνία που δεν άντεχε την ήττα. Οργισμένο το πλήθος από την απώλεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου, έριξε την ευθύνη στον Μπαρμπόσα. Ακόμη κι αν αυτός αναδείχθηκε κορυφαίος γκολκίπερ του τουρνουά μετά από σχετική ψηφοφορία των δημοσιογράφων. «Το ποδόσφαιρο πέθανε» έγραφαν οι εφημερίδες. Για δύο μέρες ο μοιραίος γκολκίπερ κρυβόταν σε φιλικό σπίτι, καθώς φοβόταν για την ίδια τη ζωή του. Πολλοί δικοί του άνθρωποι τον απέφευγαν. Η καριέρα του Μπαρμπόσα είχε ουσιαστικά τελειώσει σε εκείνο το τέρμα. Δεν φόρεσε ποτέ ξανά την φανέλα της εθνικής Βραζιλίας, ενώ όταν θέλησε 44 χρόνια μετά να επισκεφθεί το προπονητικό κέντρο της «Σελεσάο»… έφαγε πόρτα, για να μην φέρει κακοτυχία πριν το Μουντιάλ του 1994.

Αν και όπως εξομολογήθηκε κάποτε, τίποτα δεν υπήρξε χειρότερο από τα λόγια μιας μητέρας προς το παιδί της όταν τον είδε τυχαία στους διαδρόμους ενός σούπερ μάρκετ, σχεδόν μια εικοσαετία μετά το «Μαρακανάζο». «Κοίταξέ τον. Είναι ο άνθρωπος που έκανε όλη την Βραζιλία να κλάψει από στεναχώρια», ήταν οι λέξεις που βγήκαν από το στόμα της. Τα λόγια που άδικα στοίχειωσαν την ζωή του «Πάνθηρα» μέχρι τον θάνατό του. Αν και συνέχισε το ποδόσφαιρο για αρκετά ακόμα χρόνια, κερδίζοντας τίτλους και διακρίσεις, κανένας ποτέ δεν τον συγχώρησε. Τα χρόνια περνούσαν, το μένος προς το πρόσωπό του είχε σβήσει αλλά το γκολ του Γκίγια κάθε άλλο παρά είχε ξεχαστεί. Ο Μπαρμπόσα παρέμενε στο μυαλό μίας ολόκληρης χώρας ως ο άνθρωπος που τους στέρησε το πρώτο τους Παγκόσμιου Κύπελλο. Ο άνθρωπος που είχε κάνει την Βραζιλία να κλάψει όπως είχε πει εκείνη η μητέρα.

Το άδοξο τέλος

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, τον βρήκαν να ζει φιλοξενούμενος στο σπίτι της κουνιάδας του, έχοντας ως μοναδικό εισόδημα τη σύνταξή του. Στις 7 Απριλίου του 2000 κάπου στο Σάο Πάολο, ο Μπαρμπόσα, φτωχός και παραγκωνισμένος από την κοινωνία, έκλεισε για τελευταία φορά τα μάτια του. Έφυγε καταδικασμένος για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε ποτέ. Ο μοναδικός φταίχτης σε ένα σύνολο 11 παικτών…

Moacir Barbosa y la estigmatización social | Cultura Redonda

Έτσι είναι όμως και το ποδόσφαιρο. Όπως η ζωή. Επειδή και στον κόσμο της μπάλας ισχύει αυτό που ισχυριζόταν ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι στο έργο του, «Έγκλημα και Τιμωρία» και ήρθε να ταιριάξει γάντι, αποτυπώνοντας την τραγική ιστορία του Μπαρμπόσα! Πώς: «H αληθινή τιμωρία δεν είναι αυτή που επιβάλλεται από το νόμο, αλλά η ψυχική κόλαση πού επιβάλλει ο ίδιος ο άνθρωπος στον εαυτό του. Δεν αρκεί μονάχα να ομολογήσει το έγκλημά του για να λυτρωθεί, ούτε να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό κι από την ανθρωπότητα. Χρειάζεται να δει το φως που κρύβεται μέσα του και να τολμήσει να ομολογήσει στον εαυτό του την πίστη του».

 


vstore.gr overfm
vstore workstation



PLANET SPORTS