Αφιερωμένο στον απλό ανώνυμο παίκτη ανεξαρτήτου αθλήματος που ματώνει στα γήπεδα, που στενάζει στις προπονήσεις και που όπως αποδεικνύεται όλοι, πλην των προβεβλημένων συναδέλφων του, τον ξεχνούν… Γράφει ο Χρήστος Σούτος.
Βρισκόμαστε στο μακρινό 1938. Λίγο πριν ξεσπάσει ο Β! Παγκόσμιος Πόλεμος, που αιματοκύλησε την ανθρωπότητα αφήνοντας πίσω του εκατόμβες θυμάτων και μαζικές καταστροφές πόλεων και υποδομών. Η περίοδος του Μεσοπολέμου ήταν γεμάτη φτώχεια, ανεκπλήρωτα όνειρα, απόγνωση, ανεργία. Πρόσφορο το έδαφος δηλαδή, για να ευδοκιμήσουν η μισαλλοδοξία, οι ακραίες απόψεις και εν τέλει ο φασισμός. Σε αυτό το περιβάλλον, ο αθλητισμός αποτελούσε μια πρώτη τάξεως ευκαιρία για τα νέα παιδιά της εποχής να ξεχαστούν, να αναπτύξουν την προσωπικότητα τους, να βρουν ακόμα μέσω αυτού μια επαγγελματική διέξοδο. Μιλάμε για μια ρομαντική εποχή τελείως διαφορετική από την σημερινή. Δεν υπήρχαν παχυλά συμβόλαια, δεν υπήρχαν έσοδα από άλλες πηγές για αθλητές και ομάδες, ο επαγγελματισμός ήταν μια έννοια άγνωστη σε όλα τα επίπεδα – διατροφή, ιατρική υποστήριξη κ.α. Ο Λύσανδρος ήταν ένα παιδί της εποχής. Στα 22 του χρόνια έχοντας ήδη πίσω του μια τριετία στην άλλη μεγάλη ομάδα του αθηναϊκού ποδοσφαίρου, την ΑΕΚ, είχε μεταγραφεί στον Παναθηναϊκό. Παράλληλα, για να βγάλει τα προς το ζην, εργαζόταν σαν πιανίστας σε κέντρα και υπηρετούσε την θητεία του ως σμηνίτης στην ναυτική και αεροπορική βάση του Φαλήρου.
Ο Λύσανδρος Δικαιόπουλος προερχόταν από μια σχετικά εύπορη οικογένεια. Γεννημένος στην Σμύρνη, στην Μικρά Ασία, ήρθε με την οικογένεια του στην Ελλάδα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Είχε χάσει τον πατέρα του και έμενε με την μητέρα του και τα αδέλφια του στον Ν. Κόσμο στην περιοχή του Αγίου Σώστη στην Λεωφόρο Συγγρού. Ήταν παιδί αξιαγάπητο και παρά το νεαρό της ηλικίας του είχε ήδη πίσω του μια σημαντική, για την εποχή, καριέρα.
Την Πρωτομαγιά του 1938 στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας οι δύο μεγάλες αθηναϊκές ομάδες, Παναθηναϊκός και ΑΕΚ, αποφάσισαν την διεξαγωγή ενός φιλικού παιχνιδιού. Κόσμος αρκετός στις κερκίδες που περίμενε να δει ένα δυνατό ματς. Οι κιτρινόμαυροι διέθεταν εκείνη την περίοδο ένα από τα καλύτερα επιθετικά δίδυμα. Ο Κλεάνθης Μαρόπουλος και ο Τρύφωνας Τζανετής είχαν αρχίσει να δείχνουν την δυναμική τους ήδη από την σεζόν 1935-36. Οι πράσινοι από την άλλη βρίσκονταν σε μια περίεργη κατάσταση. Η ομάδα των αρχών της δεκαετίας, που τρομοκρατούσε βάζοντας οκτώ γκολ στον Ολυμπιακό και τέσσερα στον πανίσχυρο, εκείνη την εποχή, Άρη ήταν πια παρελθόν. Παρόλα αυτά ο κόσμος περίμενε με αγωνία την αναμέτρηση. Μόλις στο 7ο λεπτό όμως, έγινε η φάση που έμελλε να χαραχτεί για πάντα στις μνήμες όσων βρέθηκαν στον αγώνα, αλλά και να σημαδέψει την ιστορία. Σε μια διεκδίκηση της μπάλας ο Τζανετής από την ΑΕΚ και ο Δικαιόπουλος από τους πράσινους θα μπουν με δύναμη. Το αποτέλεσμα είναι μια σφοδρή σύγκρουση των δύο ποδοσφαιριστών. Ο παίκτης της ΑΕΚ κατάφερε να σηκωθεί σχεδόν αμέσως από το έδαφος γλιτώνοντας τα χειρότερα με λίγους μώλωπες και μια ελαφρά ζαλάδα. Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τον νεαρό αμυντικό του τριφυλλιού. Ο Λύσανδρος Δικαιόπουλος παρέμεινε αναίσθητος στο έδαφος και παρά τις βοήθειες του παρόντα στον αγώνα γιατρού και πρώην αθλητή του Συλλόγου δ. Μαρσέλλου δεν κατέστη δυνατόν να ανακτήσει τις αισθήσεις του. Άπαντες αντιλήφθηκαν την σοβαρότητα της κατάστασης του αθλητή και έσπευσαν να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο.
Ο παίκτης έφθασε στον Ερυθρό Σταυρό και οι γιατροί έκαναν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να τον σώσουν. Ο τραυματισμός του όμως ήταν πολύ σοβαρός ακόμα και για τα σημερινά ιατρικά δεδομένα, πόσο μάλλον τότε που ούτε μηχανήματα υποστήριξης των τραυματιών υπήρχαν, ούτε μονάδες εντατικής θεραπείας. Οι γιατροί τον υπέβαλαν σε παρακέντηση για να υποχωρήσει το σοβαρό αιμάτωμα που είχε δημιουργηθεί στον εγκέφαλο του. Δυστυχώς ο Δικαιόπουλος δεν επανήλθε ποτέ. Άντεξε μόλις δύο μέρες και αυτό χάρη στην άριστη φυσική του κατάσταση και το νεαρό της ηλικίας του. Κατέληξε την τρίτη μέρα του μήνα στα χέρια της μητέρας του και των συμπαικτών του, όπως αναφέρεται και στα ρεπορτάζ των εφημερίδων της εποχής. Το χτύπημα που του κόστισε την ζωή, του προξένησε κάταγμα στην βάση του κρανίου και ουσιαστικά ήταν θανατηφόρο. Ο τραυματισμός του έγινε σε φιλικό παιχνίδι μετά το πέρας του πρωταθλήματος και οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές για την υγεία και ασφάλιση των ποδοσφαιριστών, Μέχρι εκείνη την στιγμή οι παίκτες ουσιαστικά έπαιζαν χωρίς καμία κάλυψη. Το συμβάν με το νεαρό αμυντικό του Παναθηναϊκού, αλλά και ακόμα ένα έξι χρόνια νωρίτερα με τον 17χρόνο τερματοφύλακα του Απόλλωνα Πάτρας Γιάννη Φωτίου, έκανε την Πολιτεία να υποχρεώσει τις ομάδες να ασφαλίζουν εφεξής ανωνύμως έντεκα ποδοσφαιριστές τους έτσι ώστε να είναι ασφαλισμένοι όσοι αγωνίζονταν στα ματς. Απαραίτητη επισήμανση εδώ ότι αλλαγές στον αγώνα δεν υπήρχαν.
Ο Λύσανδρος Δικαιόπουλος οδηγήθηκε στην τελευταία του κατοικία στο Α! Νεκροταφείο Αθηνών με σύσσωμη την αθλητική οικογένεια να του αποδίδει τιμές και το ύστατο χαίρε. Οι αρχές του τόπου, οι ομάδες, τα συμβούλια Ε.Π.Ο και Ε.Π.Σ.Α παρέστησαν και έστειλαν στεφάνια όπως και ο αθλητικός τύπος της εποχής. Η Πολιτεία στάθηκε κοντά στην οικογένεια του αδικοχαμένου ποδοσφαιριστή, αφού παραχώρησε σύνταξη στην μητέρα του και προικοδότησε την αδελφή του. Θα μου πείτε που θυμήθηκα το εν λόγω περιστατικό τώρα και μπήκα στο κόπο να γράψω κιόλας γι’ αυτό. Πρώτον διότι με αφορμή τα χθεσινά γενέθλια του Παναθηναϊκού σε μια συζήτηση στο σπίτι, η οικογένεια μου είναι σύσσωμη με το τριφύλλι, ανακάλυψα προς μεγάλη μου έκπληξη ότι ο Λύσανδρος Δικαιόπουλος ήταν ξάδελφος της γιαγιάς μου και δεύτερον διότι με όλα αυτά που βιώνουν οι ποδοσφαιριστές των χαμηλότερων κατηγοριών, πλην δηλαδή των Superleague 1και 2, η “θυσία” του αντανακλά στον καθημερινό αγώνα για επιβίωση του ερασιτέχνη αθλητή, που δεν έχει τα εκατομμύρια στην τράπεζα, που δεν έχει σε πολλές περιπτώσεις ασφάλιση, που δεν ξέρει αν θα πάρει τα χρήματα που έχει συμφωνήσει, που του ζητούν να είναι επαγγελματίας μόνο στις υποχρεώσεις και όχι στα δικαιώματα. Αφιερωμένο λοιπόν, στον απλό ανώνυμο παίκτη ανεξαρτήτου αθλήματος που ματώνει στα γήπεδα, που στενάζει στις προπονήσεις και που όπως αποδεικνύεται όλοι, πλην των προβεβλημένων συναδέλφων του, τον ξεχνούν….