Κάθε ομάδα μπορεί να έχει από πίσω της χιλιάδες ή ακόμα και εκατομμύρια οπαδούς που την υποστηρίζουν, όμως κάποιοι από αυτούς έχουν τη δική τους ξεχωριστή ιστορία. Γράφει ο Κωνσταντίνος Δημητρακόπουλος.
Οπαδοί που έχουν αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα τους στα ελληνικά γήπεδα. Άνθρωποι που έχουν αφιερώσει άπειρες ώρες για την μεγάλη τους αγάπη, την ομάδα που υποστήριζαν από μικρά παιδιά και έχουν κάνει χιλιόμετρα γι’αυτές. Παρακάτω θα δούμε κάποιες από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτών των οπαδών ή ακόμα καλύτερα των ανθρώπων που η αγνή αγάπη για την ομάδα τους ήταν και είναι ανιδιοτελής.
Αττίλιο
Ο Αττίλιο γεννήθηκε το 1942, στην Αθήνα και ήταν φανατικός οπαδός τόσο του Ολυμπιακού όσο και της Εθνικής Ελλάδας. Η ζωή του ήταν αφιερωμένη στο ποδόσφαιρο και αποτελούσε τρομπετίστα της εξέδρας και των δύο ομάδων. Το πραγματικό του όνομα ήταν Βασίλης Δουρίδας και το προσωνύμιο «Αττίλιο» του το είχε δώσει ένα φίλαθλος των «ερυθρόλευκων», από έναν παλαιστή της εποχής.
Τον Απρίλιο του 1972, κατά την περίοδο της Χούντας, συνελήφθη και καταδικάστηκε από το καθεστώς των Συνταγματαρχών. Ο λόγος ήταν πως μετά το τέλος ενός αγώνα με αντίπαλο τον Ολυμπιακό Βόλου, παρότρυνε τον κόσμο να μην διαλυθεί έξω από την θύρα 1, όπως είχε δώσει εντολή η Αστυνομία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε 4μηνη φυλάκιση με αναστολή, αλλά εντέλει άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος.
Ο Αττίλιο ζούσε και ανέπνεε για τον Ολυμπιακό και η παρουσία του στα γήπεδα ήταν αδιάκοπη. Ο ήχος της τρομπέτας του σε κάθε αγώνα ήταν σήμα κατατεθέν και έγινε σύμβολο της κερκίδας. Η μεγάλη του αγάπη για τους «ερυθρόλευκους» ήταν και ο λόγος που είχε αφήσει την ιατρική. Πέθανε από οξύ πνευμονικό οίδημα στα 52 του, στις 11 Νοεμβρίου 1994 και κηδεύτηκε στο νεκροταφείο των Αγίων Αναργύρων.
Εθνικάρας
Η έτερη ομάδα του Πειραιά, ο Εθνικός, έχει τη δική της «ψυχή» στις κερκίδες. Ο, κατά κόσμον, Γιάννης Ματζουράνης γεννήθηκε το 1934 στον Άγιο Ανδρέα Κυνουρίας και σε ηλικία 10 ετών ο πατέρας του τον έφερε στην Αθήνα. Τότε γνώρισε τον θείο του, τον Γιώργο, και έναν οικογενειακό φίλο, τον κ. Χρήστο, που ήταν φανατικοί οπαδοί του Εθνικού Πειραιώς και από τότε «κόλλησε» το… μικρόβιο.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως από το 1956 έως το 2014, σύμφωνα με τον ίδιο, έχασε μόνο 12 αγώνες, οι 11 για τον λόγο ότι ήταν άρρωστος και η μία, γιατί… παντρευόταν. Έγινε τραγούδι από τον Νίκο Καρβέλα, με τίτλο «Α ρε εθνικάρα». Έχει φίλους σε όλες τις ομάδες, ενώ έχει τιμηθεί τουλάχιστον 70 φορές από διάφορους παράγοντες του ελληνικού ποδοσφαίρου, το οποίο αγαπάει ακόμα και όταν τον πληγώνει.
Κουκ
Ο Κουκ ήταν ένας γνήσιος οπαδός, παλαιάς κοπής, χαρακτηριστική οπαδική μορφή του `80. Όπως είχε περιγράψει ο ίδιος: «Με πήρανε μια μέρα από το χέρι και με φέρανε στο Χαριλάου» και κάπως έτσι ξεκίνησε το οπαδικό ταξίδι του στην Super 3.
Ο «ψηλός με τα αργεντίνικα συνθήματα», που αγαπούσε την Μπόκα Τζούνιορς, κέρδισε τον ύψιστο σεβασμό από όλα τα ελληνικά και μη πέταλα. Στα 55 του χρόνια και μετά από μάχη με την επάρατη νόσο, έχασε τη μάχη με τη ζωή, όμως ακόμα και στα τελευταία του λόγια η ομάδα της Θεσσαλονικής ήταν η βασική του έγνοια, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Πέστε τους να με αφήσουν να φύγω από εδώ, αύριο παίζει ο ΑΡΗΣ».
Συγκεκριμένα, ήταν 14 Αυγούστου, όταν ο Κουκ νοσηλευόταν σε κλινική στη Θεσσαλονίκη και παρακαλούσε τους γιατρούς να του επιτρέψουν να πάει στο αγαπημένο του γήπεδο για να δει την ομάδα του, στην προσπάθειά της να αλλάξει το 0-3 της Νορβηγίας απέναντι στη Μόλντε.
Οι «κιτρινόμαυροι» επιβλήθηκαν με 3-1, αλλά αποκλείστηκαν στην παράταση. Το ίδιο έγινε και με τον Κουκ. Αφού είδε τον αγώνα, λίγες ώρες μετά έφυγε από την ζωή.
Νίκος Ξηροκώστας
Τη χρονιά 1995-1996, στο ντέρμπι ανάμεσα σε Άρη και ΑΕΚ (για την ιστορία ο αγώνας είχε λήξει 2-1) μια αμέλεια της αστυνομίας είχε ως αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό του τότε νεαρού φοιτητή, Νίκου Ξηροκώστα. Οι αστυνομικές αρχές είχαν επιτρέψει την είσοδο 2.500 Ενωσιτών, σε ένα μέρος της εξέδρας που χωρούσε πολύ λιγότερα άτομα.
Εξαιτίας αυτής της πολυκοσμίας σε τόσο μικρό χώρο, το ένα από τα κάγκελα υποχώρησε και οι οπαδοί της ΑΕΚ από το πάνω μέρος, έπεσαν -μαζί με το κάγκελο- πάνω στους οπαδούς της Ένωσης στο κάτω μέρος. Ο Νίκος Ξηροκώστας βρισκόταν στο λάθος σημείο τη λάθος στιγμή, αφού το βάρος που έπεσε πάνω του ήταν πολύ μεγάλο και αρκετό για να του δημιουργήσει σοβαρή ζημιά στη σπονδυλική του στήλη.
Ο Νικόλας από τότε βρίσκεται καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, παρόλα αυτά δεν έπαψε ποτέ να ταξιδεύει και να ακολουθεί την αγαπημένη του ομάδα στα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα, δίνοντας ένα μάθημα ζωής και δείχνοντας ένα είδος ανθρώπου που δεν παραδίνεται ποτέ.
Ντόκεν
Ο Ντόκεν, από τη γειτονιά του Γκύζη, εντάχθηκε από μικρό παιδί στις τάξεις των οπαδών της Θύρας 13 και πήρε το συγκεκριμένο παρατσούκλι από τον παλιό ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού, Άρνε Ντόκεν, λόγω του ότι έμοιαζαν. Η αγάπη του για το «τριφύλλι» ήταν τέτοια που γνωστή ιστορία της πράσινης εξέδρας αναφέρει ότι είχε πάει κρυφά από τους γονείς του, ταξίδι στην Καστοριά, για να δει τον Παναθηναϊκό.
Ακόμα, αξέχαστο έχει μείνει το σκηνικό, όπου ο αείμνηστος Κουκ του Άρη έτρεξε να αγκαλιάσει τον Ντόκεν, κατά την διάρκεια της αναμέτρησης των δύο ομάδων στο «Νick Galis Hall», με αποτέλεσμα από εκείνη τη στιγμή να τους συνδέσει μια πολύ δυνατή φιλία. Ο Ντόκεν αποτελεί πηγή έμπνευσης για τους νεότερους οπαδούς και χαίρει βαθιάς εκτίμησης όχι μόνο από το ελληνικό, αλλά και από το ευρωπαϊκό οπαδικό κίνημα.
Λαυρέντης Ζαφειριάδης
Ο Λαυρέντης έγραψε τη δική του ιστορία στην Τούμπα και σε πολλά άλλα ευρωπαϊκά γήπεδα, πάντα δίπλα στο πλευρό του Δικέφαλου. Η ιστορία της τρομπέτας του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη «χρυσή» ομάδα των «ασπρόμαυρων», τη δεκαετία του ‘70.
Μάλιστα, οι ποδοσφαιριστές της τότε ομάδας, μέσω κάποιων πριμ που τους είχαν δοθεί από δύο νικηφόρα παιχνίδια, αποφάσισαν να δοθούν αυτά τα χρήματα για να αγοραστεί μια καινούρια τρομπέτα αξίας 4.500 δραχμών στον Λαυρέντη, καθώς η προηγούμενη είχε χαλάσει σε ένα ντέρμπι με αντίπαλο τον Ολυμπιακό.
Ήταν ο πρώτος που έπαιξε σε γήπεδο το «Μακεδονία ξακουστή», ενώ ακόμα και το περίφημα σύνθημα «τρελογιατρός» είναι δικής του έμπνευσης και εκτέλεσης. Ο Λαυρέντης δεν έχασε ματς της αγαπημένης του ομάδας, μέχρι και τη στιγμή που έφυγε από τη Θεσσαλονική για το Ηράκλειο Κρήτης, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα.