Ο Κώστας Τσίλης γράφει για το πώς έχασε η ΑΕΚ το ματς με την Λέστερ, που είναι μια συνέχεια αγωνιστικής παθογένειας που έβγαλε και στα προηγούμενα τρια παιχνίδια.
Το ποδόσφαιρο δεν είναι καμία τρομερή επιστήμη. Θαρρώ το είπε και ένας ακροατής σε μια από τις εκπομπές μέσα σ’ αυτή την εβδομάδα. Στο ποδόσφαιρο, αν δεν βάλεις την μπάλα στα δίχτυα, σίγουρα δεν θα κερδίσεις. Και μπορεί και να χάσεις, όταν παίζεις απέναντι σ’ έναν αντίπαλο, που έχει και τις δυνατότητες και την ποιότητα, να την βάλεις αυτός στα δίχτυα, τουλάχιστον μια φορά. Αυτή η ιστορία της ζωής της ΑΕΚ όχι μόνο στο ματς με την Λέστερ, αλλά στα δυο πρώτα παιχνίδα στους ομίλους του Γιουρόπα. Όπως και στο ενδιάμεσο με τον ΠΑΣ, ασχέτως αν αυτό το κέρδισε και δεν το έχασε.
Δείτε λίγο τι έγινε αυτή την τελευταία εβδομάδα. Η ΑΕΚ στην Πορτογαλία, χάνει δυο ευκαιρίες με τον Ολιβέιρα, πριν δεχθεί το πρώτο γκολ. Χάνει και μια δυο ευκαιρίες, μια πάλι με τον Ολιβέιρα και μια με τον Τσιγκρίνσκι, όσο το ματς είναι στο εις βάρος της 1-0. Και τελικά χάνει με 3-0. Δεν συζητάμε για την κακή αμυντική λειτουργία και για τα φτηνά λάθη που έφεραν αυτά τα τρια γκολ. Η ΑΕΚ έπαιζε με ομάδα που είχε ποιότητα στην επίθεση της και θα μπορούσε με χίλιους τρόπους να σκοράρει. Όπως και το έκανε. Το ζήτημα είναι τι έκανε η ΑΕΚ, με τις δικές της φάσεις για να σκοράρει.
Στα Γιάννενα και στο ματς με τον ΠΑΣ, η ΑΕΚ δεν έκανε απλώς ευκαιρίες. Ο Καρίμ, ο Μαχαίρας και ο Λιβάγια, αστόχησαν σχεδόν σε κενό τέρμα. Και έτσι η ΑΕΚ έφτασε να καρδιοχτυπά μέχρι και το τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων, για το αν τελικά το οφσαίντ δεν θα λειτουργήσει σωστά, θα φάει το γκολ και δεν θα πάρει τη νίκη. Διότι αν δεν κέρδιζε στα Γιάννενα, με τόσες ευκαιρίες που πέταξε στα σκουπίδια, σίγουρα δεν θα έφταιγε το ένα λάθος στην άμυνα.
Και φτάνουμε σ’ όσα έγιναν στο παιχνίδι με την Λέστερ. Πριν από ένα ματς με ομάδα από την πρώτη εξάδα της Πρέμιερ Λιγκ, η ερώτηση είναι πόσες άραγε καθαρές ευκαιρίες προσδοκά να κάνει η ΑΕΚ. Η απάντηση είναι, έστω δυο. Λοιπόν, η ΑΕΚ έκανε τρεις πεντακάθαρες. Αυτές που λέμε, «ευκαιρίες του θανάτου». Δυο φορές με τον Λιβάγια στο πρώτο ημίχρονο και μια με τον Τάνκοβιτς στο δεύτερο ημίχρονο, χάθηκαν φάσεις τετ α τετ. Πως θα μπορούσε λοιπόν η ΑΕΚ να προσδοκά πως θα μπορέσει να πάρει αποτέλεσμα με την Λέστερ, όταν πέταξε στα σκουπίδια τρεις τόσο μεγάλες φάσεις;
Προφανώς και είναι θέμα το γεγονός πως δέχθηκε και πάλι δυο φτηνά γκολ. Και έχει μεγάλη σημασία, ο τρόπος. Η ΑΕΚ απέναντι στην Λέστερ, όπως και απέναντι στην Μπράγκα, όπως ακόμα και απέναντι στον ΠΑΣ (στις δυο φάσεις που σωστά τα γκολ ακυρώθηκαν ως οφσαιντ), δέχθηκε τέρμα σε σετ παιχνίδι, όταν είχε όλους τους παίκτες της μέσα στην περιοχή της. Όχι σε αμυντική ανισορροπία μετά από κάποια αντεπίθεση.
Δεν νοείται να βρίσκεται μόνος του παίκτης της Λέστερ και να εκτελέσει μέσα από την περιοχή μετά από κόρνερ. Όπως δεν νοείται να σκοράρει παίκτης της Μπράγκα εντελώς μόνος από την καρδιά της άμυνας της ΑΕΚ. Ωστόσο ξέρετε κάτι, ειδικά αυτές οι δυο ομάδες, κυρίως η Λέστερ αλλά και η Μπράγκα, έχουν ποδοσφαιριστές με ποιότητα και τεράστια ικανότητα για να σκοράρουν. Και δεν είναι παράδοξο πως το πέτυχαν. Το παράδοξο είναι πως η ΑΕΚ ξόδεψε με τεράστια ευκολία, ορισμένες τεράστιες ευκαιρίες.
Για να ξέρουμε και τι λέμε, στην γραμμή κρούσης, η ΑΕΚ έχει τα πιο βαριά της χαρτιά. Όπως και τα πιο βαριά συμβόλαια. Όπως και την μεγαλύτερη ποιότητα στο ρόστερ. Είναι λοιπόν αδιανόητο, να χάνονται τέτοιες ευκαιρίες. Και θα πει κάποιος, πως όλα χάνονται και όλα μπαίνουν. Σωστά, αλλά είναι πλέον απολύτως σαφές, πως όσο η ΑΕΚ θα είναι στο όλα τα γκολ χάνονται, τόσο θα χάνει και τα παιχνίδια. Ειδικά απέναντι σε ομάδες με ποιότητα. Μήπως να θυμίσω επίσης τι έγινε στον τελικό του κυπέλλου στον Βόλο, όταν στο 0-0, ο Ολιβέιρα δεν μπορεί να σπρώξει την μπάλα σχεδόν πάνω από την γραμμή;
Να επιστρέψω όμως σ’ όσα έγιναν στο παιχνίδι με την Λέστερ. Διότι υπήρχαν και ορισμένα καλά πραγματάκια. Όπως για παράδειγμα το γεγονός πως η μπάλα κύλησε και πάλι καλά. Όπως και στα Γιάννενα. Εξ ου και έγιναν ευκαιρίες. Και μάλιστα αυτή την φορά κύλησε καλά απέναντι σε μια ομάδα με την ποιότητα της Λέστερ. Επίσης ο Μάνταλος, για δεύτερο συνεχόμενο παιχνίδι, παίζοντας ανάμεσα στις γραμμές των χαφ και τις επίθεσης, έκανε πράγματα και θαύματα. Ενώ ο Τάνκοβιτς έδειξε πως έχει μεγάλη ποιότητα. Και γενικώς η ΑΕΚ δείχνει να αρχίσει να βρίσκει μια αγωνιστική ταυτότητα, περιμένοντας να την ολοκληρώσει, όταν θα έχουν επιστρέψει και οι πολλοί τραυματίες της και θα είναι πλήρης. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ακόμα πολλά που πρέπει να διορθωθούν και ακόμα περισσότερα που πρέπει να δουλευτούν καλύτερα.
Ένα απ’ αυτά, έχει να κάνει με τον τρόπο που προσεγγίζει τα παιχνίδια. Με εξαίρεση το ματς με την Βόλφσμπουργκ, η ΑΕΚ δεν έδειξε χαρακτήρα ούτε με την Μπράγκα, ούτε με την Λέστερ. Και μπορεί αμφότερες να είναι εξόχως ποιοτικές ομάδες, αλλά δεν είναι και κανένα φόβητρο. Όταν μια ομάδα σαν την Αντβερπ, βρίσκει τρόπο να κερδίζει ομάδα σαν την Τότεναμ, δεν είναι δυνατόν η ΑΕΚ να μπορεί να βρει τρόπο να πάρει κάτι απέναντι στην Λέστερ. Και αυτό τον χαρακτήρα, τον έχει ανάγκη και για τα ντέρμπι του ελληνικού πρωταθλήματος. Είναι πολύ πρόσφατο το ματς με τον ΠΑΟΚ, το οποίο δεν το κέρδισε.