Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν προσφέρει στα αθλήματά τους και άλλοι που έχουν έγιναν θρύλοι και στιγμάτισαν για πάντα την ιστορία των σπορ.
Ο Μοχάμεντ Αλι είναι ένας από αυτούς που λατρεύτηκε όσο λίγοι και αγάπησε την πυγμαχία γεννήθηκε σαν σήμερα στις 17 Ιανουαρίου 1942 στο Κεντάκι. Μάλιστα το πραγματικό του όνομα ήταν Κάσιους Κλέι, το οποίο στη συνέχεια το άλλαξε για θρησκευτικούς λόγους.
Μια κλοπή ήταν ο λόγος που ασχολήθηκε με την πυγμαχία. Σε ηλικία μόλις 12 χρονών του έκλεψαν το ποδήλατο και ζήτησε από ένα διερχόμενο αστυνομικό την άδεια να καταδιώξει τον κλέφτη. Ο Τζον Μάρτιν θέλοντας να τον προφυλάξει του είπε ότι πρώτα θα πρέπει να μάθει να χρησιμοποιεί τις γροθιές του. Aυτός ο αστυνομικός έμελλε να γίνει ο προπονητής του, και να τον βγάλει στο ρινγκ.
Εξι χρόνια αργότερα ήρθε η πρώτη τεράστια επιτυχία. Το 1960 αγωνίστηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών(75-81 κιλά), όπου κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο με χαρακτηριστική άνεση.
Το 1964 αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών στην επαγγελματική πυγμαχία, νικώντας με νοκ άουτ τον κάτοχο του τίτλου Σόνι Λίστον στον έβδομο γύρο, σε αγώνα που έγινε στο Μαϊάμι.
Μάλιστα το 1964 ήταν και η χρονιά που αποφάσισε να αλλάξει το όνομά του. Συγκεκριμένα στις 6 Μαρτίου ασπάστηκε το Ισλάμ, εξαιτίας και της καταπίεσης που υφίσταντο οι Αφροαμερικανοί των ΗΠΑ από τη λευκή χριστιανική πλειονότητα της χώρας του, και μετονομάστηκε σε Μοχάμεντ Άλι.
Παρά το γεγονός ότι ήταν ο παγκόσμιος πρωταθλητής, το 1967 η Παγκόσμια Πυγμαχική Ομοσπονδία πήρε την απόφαση να του αφαιρέσει τον συγκεκριμένο τίτλο επειδή αρνήθηκε να καταταγεί στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Στο διάστημα της αναγκαστικής αποχής του έδωσε μεγάλο αγώνα για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών και κατά του πολέμου στο Βιετνάμ.
Παρόλα αυτά το 1971 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ τον δικαίωσε και ανέκτησε όλα του τα δικαιώματα.
Ο Αλι εγκατέλειψε τα ρινγκ στις 26 Ιουνίου 1979.
Επανήλθε τον επόμενο χρόνο, αλλά λόγω ηλικίας δεν ήταν ο παλιός Άλι. Ηττήθηκε από τον Λάρι Χολμς στις 2 Οκτωβρίου 1980, όπως και στις 11 Δεκεμβρίου 1981 από τον Καναδό Τρέβορ Μπέρμπικ, οπότε αναγκάστηκε οριστικά να βάλει τέλος στην καριέρα του σε ηλικία 40 ετών.
Σε 61 αγώνες μέτρησε 56 νίκες, οι 37 εξ αυτών με νοκ άουτ, ενώ ηττήθηκε μόλις πέντε φορές.
Την τελευταία του πνοή άφησε στην Αριζόνα στις 3 Ιουνίου 2016, σε ηλικία 74 ετών, νικημένος από τη νόσο του Πάρκινσον.