Αρκετοί είναι αυτοί που έχουν γευτεί το νερό της θάλασσας. Το θαλασσινό νερό δηλαδή. Η διαφοροποίησή του από αλμυρό σε γλυκό έγκειται στην αλατότητα του θαλασσινού νερού που είναι 3,5% ή 35 gr αλάτων σε 1 λίτρο νερού.
Όσον αφορά το θαλασσινό νερό, είναι αλμυρό επειδή περιέχει διαλυμένα περισσότερο ιόντα από το γλυκό. Μάλιστα, συνηθέστερα είναι το χλώριο, το νάτριο, το ασβέστιο και το μαγνήσιο. Στη φάση δημιουργίας των ωκεανών, το νάτριο ξεπλύθηκε από τον πυθμένα, ενώ το χλώριο προήλθε από το εσωτερικό της γης μέσω ηφαιστείων.
Η θάλασσα έχει περισσότερο αλάτι ανάλογα με την περιοχή. Και όχι όμως μόνο από εκεί. Μεγάλο ρόλο παίζουν οι βροχωπτώσεις αλλά και η εξάτμιση του νερού που γίνεται. Η εξάτμηση αφήνει στη θάλασσα τα άλατα, ενώ το νερό ανεβαίνει στην ατμόσφαιρα για να επιστρέψει στη θάλασσα με τη βροχή, χωρίς να έχει άλατα.
Η κατανάλωση θαλασσινού νερού σε μικρές ποσότητες δεν φέρει κάποιο αρνητικό αποτέλεσμα. Αλλά σε μεγάλες ποσότητες προκαλεί αφυδάτωση του σώματος. Αυτό συμβαίνει διότι η συγκέντρωση νατρίου στο αίμα αυξάνεται σε τοξικά επίπεδα, αφαιρώντας νερό από το εσωτερικό των κυττάρων, άρα αφυδατώνοντας τα, προκαλώντας διαταραχές όπως νευρικούς σπασμούς και καρδιακή αρρυθμία.