Το πραγματικό πρόσωπο του καλύτερου παίκτη στην ιστορία του Football Manager.
Φέτος, ανήμερα των Χριστουγέννων, έσβησαν τα χαμόγελα όσων ποδοσφαιρόφιλων τον λάτρευαν. Είναι τα χαμόγελα που ο ίδιος όσο ζούσε, στην αρχή αγνοούσε, ενώ στη συνέχεια δεν μπορούσε να διαχειριστεί, καθώς πήγαζαν από μια ζωή που δεν έζησε ποτέ, αλλά την «ζούσαν» άλλοι αντί γι’ αυτόν. Αυτός ήταν ο Μαξίμ Τσιγκάλκο.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Μαξίμ Τσικάλχα. Γεννήθηκε στη Λευκορωσία στις 27 Μαΐου του 1983 και έφυγε από τη ζωή πριν από λίγες μέρες, σε ηλικία 38 ετών από ανακοπή καρδιάς. Η πτωτική πορεία που χαρακτήριζαν την υγεία του είχαν τον ίδιο αντίκτυπο και στην καριέρα του που καθόρισε και τη ζωή του. Πρόκειται για τον παίκτη που έγινε σταρ μέσα από ένα παιχνίδι προσομοίωσης, το οποίο λάτρεψε μια ολόκληρη γενιά.
Οι σημερινοί σαραντάρηδες θα θυμούνται τους πανηγυρισμούς τους ως παιδιά, όταν ο αγαπημένος τους ποδοσφαιριστής έβαζε γκολ, μέσα από την οθόνη του υπολογιστή τους. Το ηλεκτρονικό παιχνίδι Championship Manager που πλέον φέρει τον τίτλο Football Manager, μπορούσε να καθηλώσει κάποιον για ώρες, καθώς μ’ αυτό μπορούσε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα, έστω και εικονικά, να διαλέξει την ομάδα με την οποία ως μάνατζερ θα έγραφε ιστορία στο ποδόσφαιρο.
Ιδίως στο Championship Manager 2001-02, ο Τσιγκάλκο, που άρχισε το παιχνίδι από την Ντιναμό Μινσκ, εξελισσόταν σε έναν από τους μεγαλύτερους παίκτες παγκοσμίως, σκοράροντας ακατάπαυστα ακόμα και με ομάδες μεγαθήρια όπως η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ.
Ήταν ένας παίκτης που κόστιζε ελάχιστα και έβγαζε ασπροπρόσωπους τους μάνατζερς που τον αγόραζαν, ακριβώς επειδή έβαζε απίστευτα πολλά γκολ και κάπως έτσι άρχισε να θεωρείται το απόλυτο wonderkid στην ιστορία των football management simulation video games με φοβερή επίδραση στην κοινότητα της εικονικής πραγματικότητας.
Τα χρόνια, όμως, που ο «in game» Τσιγκάλκο λατρευόταν ως Θεός ανά την υφήλιο και έφτανε τον τριψήφιο αριθμό τερμάτων ανά σεζόν, ο «in real life» Τσιγκάλκο όχι μόνο δεν ήξερε πόσο παικταράς ήταν στο Μάνατζερ, αλλά δεν διέθετε ούτε υπολογιστή και, κυρίως, δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να αποδείξει πως είχε έστω και κάτι από τη μαγεία της ηλεκτρονικής εκδοχής του.
Ο Μαξίμ, στην πραγματική ζωή, είχε φορέσει τη φανέλα των Ντινάμο Μινσκ, Καίσαρ, Μπάνατς και Σάβιτ. Αγωνιζόταν ως επιθετικός και η καλύτερη στιγμή της καριέρας του ήταν η συμμετοχή του με τη φανέλα της εθνικής ομάδας της Λευκορωσίας, σημειώνοντας ένα γκολ. Το 2009, 26 χρονών, αναγκάστηκε να βάλει τέλος στην επαγγελματική του σταδιοδρομία εξαιτίας συνεχόμενων τραυματισμών και αδυναμίας επιστροφής στα προ τραυματισμών στάνταρ.
Μετά την απόσυρσή του από τα γήπεδα, ο Τσιγκάλκο δεν μπορούσε να ζήσει με τις απολαβές του από το ποδόσφαιρο κι έτσι άρχισε να δουλεύει ως εργάτης σε κατασκευαστικά έργα, με αρχική αμοιβή πέντε δολάρια τη μέρα. Η δουλειά ήταν πολύ σκληρή, φυσικά, με αποτέλεσμα να βλέπει και ο ίδιος την υγεία του να χειροτερεύει ολοένα και περισσότερο.
Όταν μετά από χρόνια έμαθε για την τεράστια φήμη που είχε αποκτήσει μέσω του παιχνιδιού, δεν του ήταν εύκολο να διαχειριστεί το γεγονός ότι έγινε διάσημος για κάτι που δεν ήταν. Έτσι, για οτιδήποτε αφορούσε το Μάνατζερ, εκείνος έβγαζε αρνητισμό και γι’ αυτό πήρε καιρό να αναδυθεί η πάλη του μανετζερικού Μαξίμ με τον πραγματικό.
Ο…φόβος και ο τρόμος κάθε άμυνας που τον αντιμετώπιζε, ο γκολτζής που σκόραρε διπλάσια τέρματα από τις ψηφιακές συμμετοχές του, έφυγε με το παράπονο πως κανείς δεν του έδωσε μια ευκαιρία να εργαστεί στο ποδόσφαιρο. Όποια πόρτα και να χτυπούσε ο Μαξίμ, εκείνη θα παρέμενε κλειστή.
Εκατομμύρια οθόνες των υπολογιστών, ωστόσο, παρέμεναν ανοιχτές για όσο αναβόσβηνε αυτή η μπάρα, με άλλο ένα “Tsigalko scores!” που συνοδευόταν από ξέφρενους πανηγυρισμούς από παιδιά που φορούσαν το μπλουζάκι με τη μοναδική φωτογραφία του που κυκλοφορούσε τότε στο διαδίκτυο.
Και με αυτή τη μνήμη θα αποχαιρετήσουμε κι εμείς τον Μαξίμ Τσιγκάλκο, έναν άνθρωπο αδικημένο από τη ζωή.
Μαξίμ, αναπαύσου εν ειρήνη. Στη γειτονιά των αγγέλων, οι πόρτες είναι ανοιχτές. Τώρα μπορείς να παίζεις ελεύθερα και να σκοράρεις όσο θέλεις.