O υπουργός υποστήριξε ότι ποτέ το συγκεκριμένο πρόσωπο δεν φυλασσόταν από 14 αστυνομικούς, ούτε είχε θωρακισμένο αυτοκίνητο
Nέο νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία από την αστυνομία ευπαθών στόχων προανήγγειλε στη Βουλή,ο Μιχάλης Χρυσοχοίδης, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή του Κινήματος Αλλαγής Γιώργου Καμίνη, με αιχμή και το θέμα Φουρθιώτη.
Με αφορμή την υπόθεση του τηλεπαρουσιαστή, ο υπουργός υποστήριξε ότι ποτέ το συγκεκριμένο πρόσωπο δεν φυλασσόταν από 14 αστυνομικούς, ούτε είχε θωρακισμένο αυτοκίνητο όπως χαιρέκακα έλεγαν κάποιοι, σκορπίζοντας λάσπη από τον ανεμιστήρα.
Σύμφωνα με τα dikaiologitika.gr, οπως διασαφήνισε ο κ Χρυσοχοίδης, τον παρουσιαστή φύλαγε ένα άτομο το Μάιο του 2020, τον Αύγουστο σημειώθηκε εμπρησμός έξω από το σπίτι του και η επιτροπή αποφάσισε το Νοέμβριο την διάθεση ακόμη ενός ατόμου για ένα τρίμηνο, ενώ τον Ιανουαριο εκδηλώθηκε εμπρησμός έξω από το σπίτι του και κρίθηκε αναγκαία η διάθεση και τρίτου αστυνομικού και επιτήρηση της οικείας του.
Στα μεσα Μαρτίου σημειώθηκαν επιθέσεις σε Μέσα Ενημέρωσης και αυξήθηκε η συνοδευτική δύναμη με 4 αστυνομικό, ενώ διατάχθηκε 24ωρη φύλαξη οικείας του.
«Στους 10 από τους 11 μήνες είχε ένα ή δύο ατομα χωρίς αυτοκίνητο», είπε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι ποτέ η αστυνομία δεν διέψευσε τη φύλαξη του συγκεκριμένου αστυνομικού και πως η έρευνα που διετάχθη είναι για να ελεγχθούν τυχον παρατυπίες.
«Η αστυνομία αξιολογεί κινδύνους και δεν μπαίνει σε υποκειμενικές κρίσεις για πρόσωπα και χαρακτήρες, δεν στιγματίζουμε και δεν λιντσάρουμε» είπε ο κ Χρυσοχοίδης.
Δεσμεύτηκε ότι σε ένα μήνα θα κατατεθεί ρύθμιση τόσο για την εκπαίδευση των αστυνομικών όσο και για την φύλαξη προσώπων και κάλεσε τα κόμματα να συνεισφέρουν στον διάλογο. «Θα νομοθετήσουμε τώρα με τόλμη, φαντασία και πολύ διάλογο», τόνισε ο κ.Χρυσοχοΐδης, λαμβάνοντας ο ίδιος την πολιτική ευθύνη που δεν άλλαξε νωρίτερα το παρκωχημένο θεσμικό πλαίσιο που βασίζεται σε Προεδρικό Διάταγμα του 1991. Όπως είπε: «Υπενθυμίζω ότι ο κορμός του θεσμικού πλαισίου είναι το ΠΔ141/1991, που παρά τις κατά καιρούς βελτιώσεις, περιέχει ασάφειες και εξαιρέσεις , πού τότε έμοιαζαν λογικές αλλά σήμερα αφήνουν έδαφος για αστοχίες και χώρο σε ποντικούς του δημόσιου χώρου».
Χαρακτήρισε τέλος ως κάλπικη την επίθεση στην ΕΛΑΣ για πρακτικές αυταρχισμού, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να γίνεται σάκος του μποξ για κανέναν σε μια κοινωνία που είναι κουρασμένη από την πανδημία και που όλες οι ομάδες αναγκάζονται να τρέχουν με μπλοκάκια για να καταγράφουν τον συνωστισμό.
Δίνοντας στοιχεία σχετικά με την υπηρεσία φύλαξης, ο υπουργός ανάφερε ότι το σύνολο του απασχολούμενου προσωπικού στη φύλαξη δεν ξεπερνά μονοψήφιο ποσοστό του συνόλου των αστυνομικών δυνάμεων:
«Στην κατανομή των επωφελούμενων είναι 60% πολιτικοί, 30% λοιποί κρατικοί αξιωματούχοι και κάποιοι ιδιώτες και 10% διπλωμάτες και ειδικά σε δημοσιογράφους και εκδότες διατίθεται λιγότερο από το 2%».
Στο νέο πλαίσιο όπως είπε ο υπουργός θα «μεταφερθούν καλές πρακτικές άλλων χωρών» και θα προσφύγουμε στην αγορά και τις ιδιωτικές εταιρείες, ενώ αναρωτήθηκε γιατί πρέπει να υπάρχουν τόσες αστυνομικές δυνάμεις στα υπουργεία και στη Βουλή και να μην συμβαίνει αυτό που γίνεται σε άλλες χώρες με μεικτά σχήματα μεταξύ αστυνομίας και υπηρεσιών φύλαξης.
«Πουθενά η φύλαξη δεν είναι εξ οφίτσιο, χρειάζεται να νομοθετήσουμε μέγιστο αριθμό αστυνομικών για αυτό το σκοπό και αυτό να αλλάζει μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ή σε κρίσεις ασφαλείας», είπε ο υπουργός.